- ψυχοκοινωνιολογία
- η, Ν1. η κοινωνική ψυχολογία2. η μελέτη τού κλάδου αυτού.[ΕΤΥΜΟΛ. < ψυχή + κοινωνιολογία. Η λ. είναι αντιδάνεια, πρβλ. γαλλ. psychosociologie].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
ψυχοκοινωνιολογία — η κλάδος της ανθρωπολογίας που εξετάζει τις ψυχολογικές εκδηλώσεις του ανθρώπου στις διάφορες περιόδους του ομαδικού του βίου … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)